Νέα έρευνα μελετά τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις της χρήσης των smartphones και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην ψυχική υγεία των εφήβων.
Οαντίκτυπος της χρήσης των smartphones και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην ψυχική υγεία των εφήβων παραμένει ευρέως ένα ζήτημα υπό διερεύνηση. Νέα έρευνα (Seton Hall Law School Legal Studies και HEC Paris Research) με τη συμμετοχή 120 διεθνών ερευνητών από 11 επιστημονικούς κλάδους προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα.
Χρησιμοποιώντας τη μέθοδο Delphi, στόχος της οποίας είναι να δημιουργήσει ομοφωνία προβλέψεων από μια ομάδα ειδικών με ένα δομημένα επαναληπτικό τρόπο, η ομάδα αξιολόγησε 26 ισχυρισμούς που κάλυπταν διεθνείς τάσεις στην εφηβική ψυχική υγεία, αιτιώδεις συνδέσεις με τα smartphones και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και συστάσεις πολιτικής.
Για την κατασκευή του θεωρητικού πλαισίου, η Ομάδα Ανάπτυξης Αιτημάτων βασίστηκε στο βιβλίο του Jonathan Haidt «The Anxious Generation» («Η γενιά του άγχους»).
Ο κοινωνικός ψυχολόγος δείχνει πώς ακριβώς η ψυχική υγεία των εφήβων πήρε την κατιούσα σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο, και μάλιστα την ίδια χρονική περίοδο.
Σχεδόν μετά από μια δεκαετία σταθερότητας ή βελτίωσης, στις αρχές της δεκαετίας του 2010 η ψυχική υγεία των εφήβων ανά τον κόσμο εμφάνισε σημάδια επιδείνωσης.
Γιατί άραγε αυξήθηκαν τόσο απότομα –ενίοτε και υπερδιπλασιάστηκαν– τα ποσοστά κατάθλιψης, άγχους, αυτοτραυματισμών και αυτοκτονιών στους εφήβους;
Ο Haidt εξηγεί ότι οι βασικοί λόγοι της έντονης ψυχικής δυσφορίας των εφήβων είναι η εξαφάνιση του ελεύθερου παιχνιδιού από την παιδική ηλικία και η εντεινόμενη χρήση του smartphone.
Αντλώντας στοιχεία από πρόσφατες έρευνες στην ψυχολογία και τη βιολογία δείχνει ότι, ανάμεσα στο 2010 και το 2015, επήλθε μια κοσμοϊστορική απορρύθμιση στις ζωές παιδιών και εφήβων.
Όταν οι έφηβοι πέρασαν, από τα κινητά παλιάς τεχνολογίας, στα σύγχρονα smartphones με τις άπειρες εφαρμογές και την εικοσιτετράωρη σύνδεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο χρόνος παραμονής τους στο διαδίκτυο αυξήθηκε ραγδαία, σε βάρος του χρόνου που αφιέρωναν ως τότε σε διά ζώσης επαφές με φίλους και συγγενείς, πυροδοτώντας μια κρίση ψυχικής υγείας σε παγκόσμιο επίπεδο, η οποία, σε συνδυασμό με τη μειωμένη ανεξαρτησία των παιδιών και την αυξημένη γονεϊκή υπερπροστασία στον πραγματικό κόσμο, στερεί από τα παιδιά μας εμπειρίες απαραίτητες για να γίνουν ολοκληρωμένοι και ψυχικά υγιείς ενήλικες.
Τα βασικά συμπεράσματα
Οι εμπειρογνώμονες της έρευνας πρότειναν 1.400 αναφορές και συνέταξαν μια δήλωση συναίνεσης για κάθε ισχυρισμό.
Τα συμπεράσματα ήταν τα παρακάτω και μπορούν να βοηθήσουν στην καθοδήγηση της μελλοντικής έρευνας και της τεκμηριωμένης πολιτικής σχετικά με τη χρήση της τεχνολογίας από τους εφήβους.
- Η ψυχική υγεία των εφήβων έχει μειωθεί σε αρκετές δυτικές χώρες τα τελευταία 20 χρόνια.
- Η έντονη χρήση smartphone και μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να προκαλέσει προβλήματα ύπνου.
- Η χρήση smartphone και μέσων κοινωνικής δικτύωσης συσχετίζεται με προβλήματα προσοχής και συμπεριφορικό εθισμό.
- Μεταξύ των κοριτσιών, η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να σχετίζεται με δυσαρέσκεια για το σώμα, τελειομανία, έκθεση σε ψυχικές διαταραχές και κίνδυνο σεξουαλικής παρενόχλησης και αρπαγής.
- Τα στοιχεία σχετικά με την κοινωνική αποστέρηση και τη σχεσιακή επιθετικότητα είναι περιορισμένα.
- Τα στοιχεία για πολιτικές όπως οι ηλικιακοί περιορισμοί και οι απαγορεύσεις στα σχολεία είναι σε πολύ αρχικό στάδιο.
Η ψυχική υγεία των εφήβων «κλονίζεται»
Σχεδόν όλοι οι εμπειρογνώμονες συμφώνησαν ότι υπάρχουν αποδείξεις ότι η ψυχική υγεία των εφήβων έχει επηρεαστεί αρνητικά.
τις τελευταίες δύο δεκαετίες σε διάφορες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ (99,2%), των σκανδιναβικών χωρών (97,9%) και των χωρών της Δυτικής Ευρώπης (97,1%)
Επιπλέον, το 97,6% των εμπειρογνωμόνων συμφώνησαν ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι η έντονη χρήση smartphones και μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να προκαλέσει κάποια προβλήματα ύπνου. «Η χρόνια στέρηση ύπνου μπορεί να προκαλέσει επιδείνωση της ψυχικής υγείας».
Μεγαλύτερα «θύματα» τα κορίτσια;
Ορισμένοι από τους ισχυρισμούς που εξετάστηκαν επικεντρώθηκαν στα έφηβα κορίτσια, μιας και η θεωρητική «βάση» ήταν το βιβλίο του Haidt.
Ενώ αυτό αντανακλά τις ανησυχίες ότι τα κορίτσια μπορεί να κινδυνεύουν δυσανάλογα από άγχος και κατάθλιψη από τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αρκετοί εμπειρογνώμονες σημείωσαν ότι τα αγόρια και οι νεαροί άνδρες αντιμετωπίζουν επίσης επιδείνωση της ψυχικής υγείας και έχουν υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών (Hedegaard & Warner, 2021).
Πάνω από το 94% των εμπειρογνωμόνων συμφώνησαν ότι υπάρχουν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να σχετίζονται με δυσαρέσκεια για το σώμα (96,5%), τελειομανία (96,9%), έκθεση σε ψυχικές διαταραχές (96,4%) και αυξημένο κίνδυνο σεξουαλικής παρενόχλησης και αρπαγής (94%). Ωστόσο, τα στοιχεία είναι κυρίως συσχετιστικά.
Επιπλέον, πάνω από το 93,9% των εμπειρογνωμόνων συμφώνησαν ότι τα στοιχεία για τη συσχέτιση μεταξύ των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της σχεσιακής επιθετικότητας μεταξύ των εφήβων κοριτσιών είναι σε προκαταρκτικό στάδιο.
Κάποιοι από τους εμπειρογνώμονες παρατήρησαν ότι η εστίαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να παραβλέψει παράγοντες υψηλότερου κινδύνου για την ψυχική υγεία, όπως ένα κακοποιητικό οικογενειακό περιβάλλον.
«Συμφωνούμε ότι τα δυσλειτουργικά οικογενειακά περιβάλλοντα μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες, ωστόσο δεν προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε όλες τις αιτίες των προβλημάτων ψυχικής υγείας – αυτό είναι ένα ξεχωριστό ερευνητικό ερώτημα.
Η εστίασή μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απορρέει από τον ρόλο τους ως μια σημαντική παγκόσμια αλλαγή στην επικοινωνία, στον χρόνο που αφιερώνεται και στην ψυχαγωγία.
Δεδομένης της πανταχού παρουσίας τους, ακόμη και μικρές επιπτώσεις μπορεί να έχουν μεγάλες επιπτώσεις. Η μελέτη μας επικεντρώθηκε στις πιθανές βλάβες, όχι στα οφέλη, της χρήσης smartphones και κοινωνικών μέσων.
Αναγνωρίζουμε ότι μπορεί να υπάρχουν πραγματικά και σημαντικά οφέλη, η πρόθεσή μας ήταν να εξετάσουμε και να βοηθήσουμε στον μετριασμό των πιθανών βλαβών».
Η Ομάδα Ανάπτυξης Ισχυρισμών ενσωμάτωσε τις πτυχές της θεωρίας που σχετίζονται με το φύλο και οι οποίες είναι σχετικές με τη χρήση των κοινωνικών μέσων από τα κορίτσια, όπως περιγράφονται από τον Haidt.
Ο ισχυρισμός αναφέρει ότι «Τα έφηβα κορίτσια χρησιμοποιούν τις οπτικές πλατφόρμες κοινωνικών μέσων (π.χ. TikTok και Instagram) περισσότερο από ό,τι τα έφηβα αγόρια».
Αυτός ο ισχυρισμός συμβάλλει στη δημιουργία των προϋποθέσεων για την κατανόηση του γιατί τα κορίτσια μπορεί να είναι πιο
επιρρεπή στις αρνητικές επιπτώσεις ορισμένων πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης.
Οι πιθανοί τρόποι μέσω των οποίων τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο βλάβης για τα κορίτσια ήταν:
- αυξημένη κοινωνική σύγκριση και τελειομανία, όπου τα κορίτσια είναι πιο πιθανό από τα αγόρια να μετρήσουν την αυτοεκτίμησή τους με βάση εξιδανικευμένες και ανέφικτες εικόνες.
- αυξημένη επιθετικότητα, καθώς οι διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις μπορούν να ευνοήσουν ή να επιδεινώσουν συμπεριφορές εκφοβισμού
- αυξημένη έκθεση σε ψυχικές διαταραχές, αφού η προβολή των θεμάτων ψυχικής υγείας μπορεί να εξομαλύνει ή ακόμη και να ωραιοποιήσει τέτοιες καταστάσεις, αυξάνοντας ενδεχομένως την εξάπλωσή τους
- αυξημένος κίνδυνος σεξουαλικής αρπαγής, δεδομένης της ευπάθειας των νεαρών κοριτσιών στους ψηφιακούς χώρους.
Τα μέτρα πρόληψης δουλεύουν;
Αναφορικά με τις τρεις συστάσεις -καθυστέρηση της ηλικίας πρόσβασης στα smartphones, αύξηση της ελάχιστης ηλικίας χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στα 16 έτη και απαγόρευση των τηλεφώνων (smartphones) στα σχολεία– πάνω από 56% των εμπειρογνωμόνων πιστεύουν ότι τα μέτρα αυτά θα έχουν γενικά θετικό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία των εφήβων και λιγότερο από 21% των εμπειρογνωμόνων πιστεύουν ότι τα μέτρα αυτά δεν θα έχουν γενικά θετικό αντίκτυπο.
Παρ’ όλα αυτά, στο τέλος της διαδικασίας συναίνεσης, πάνω από το 93% των εμπειρογνωμόνων συμφώνησαν ότι τα τρέχοντα επιστημονικά στοιχεία είναι πολύ περιορισμένα για να υποστηρίξουν ή να αμφισβητήσουν τους ισχυρισμούς ότι οι συστάσεις αυτές είναι ευεργετικές για την ψυχική υγεία των εφήβων συνολικά.
Ωστόσο, επισημαίνεται ότι η οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει συχνά να λαμβάνουν αποφάσεις σε ταχέως μεταβαλλόμενα περιβάλλοντα με περιορισμένα δεδομένα.
«Η μελέτη μας μπορεί να είναι χρήσιμη στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τόσο ως οδηγός για το πού οι παρεμβάσεις θα μπορούσαν να είναι πιο αποτελεσματικές σήμερα όσο και ως οδηγός για το ποια είδη έρευνας χρειάζονται περισσότερο για να επεκταθεί η ζώνη συναίνεσης στο μέλλον».
Η έρευνα πρέπει να συνεχιστεί
Αν και η πλειοψηφία των εμπειρογνωμόνων πίστευε ότι η έντονη χρήση smartphones και μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να προκαλέσει κατακερματισμό της προσοχής και εθισμό στη συμπεριφορά, το 97,4% και το 92,2% των εμπειρογνωμόνων, αντίστοιχα, συμφώνησαν ότι τα αποδεικτικά στοιχεία είναι μόνο συσχετιστικά.
Επιπλέον, ενώ η πλειονότητα των εμπειρογνωμόνων πίστευε ότι η χρήση smartphones και μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορεί
να προκαλέσει κοινωνική αποστέρηση, στο τέλος της διαδικασίας συναίνεσης, το 96,7% των εμπειρογνωμόνων συμφώνησε ότι
υπάρχουν ενδείξεις ότι τόσο το μέγεθος όσο και η κατεύθυνση της επίδρασης της χρήσης τους στην κοινωνική αποστέρηση πιθανόν να επηρεάζονται από διάφορους ατομικούς και κοινωνικούς παράγοντες.
Ενώ το 97,4% των εμπειρογνωμόνων συμφώνησε ότι η έντονη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να προκαλέσει
κάποια προβλήματα ύπνου, παραμένει ασαφές το κατά πόσο προκαλεί συγκεκριμένα στέρηση ύπνου.
Διαβάστε επίσης:
Αριθμός εισακτέων στις Σχολές της Πυροσβεστικής Ακαδημίας
Αλλάζει η φυσιογνωμία του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του ΕΚΠΑ